Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Σ Η
Στο πλαίσιο της ακρόασης φορέων, ενόψει της ψήφισης σχεδίου νόμου για τη σύσταση Εθνικού Μηχανισμού διερεύνησης περιστατικών αυθαιρεσίας στα Σώματα Ασφαλείας και τους υπαλλήλους των Καταστημάτων Κράτησης, καταθέσαμε χθες στη Διαρκή Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης τις θέσεις – προτάσεις των Ομοσπονδιών μας, εκφράζοντας την αντίθεσή μας για συγκεκριμένες διατάξεις που αφορούν τη λειτουργία του και ειδικότερα:
Καταργείται η τριμελής επιτροπή που προβλέπετο από το νόμο 3938/2011 και οι αρμοδιότητές της περιέρχονται στο Συνήγορο του Πολίτη που έχει τη δικαιοδοσία να ενεργεί, είτε οίκοθεν είτε ύστερα από καταγγελία, έρευνα για κάθε περιστατικό, ανεξαρτήτως αν ενεργείται ίδια έρευνα από την Υπηρεσία. Έχουμε κατ' ουσία τη δημιουργία ενός νέου πειθαρχικού οργάνου το οποίο θα ενεργεί παράλληλα αν δεν θα επικαλύπτει την υφιστάμενη διαδικασία πειθαρχικού ελέγχου, όπως προβλέπεται στο πδ. 120/2008.
Ο Συνήγορος του Πολίτη, πέραν των άλλων περιστατικών που θα ερευνά, θα έχει αρμοδιότητα και για θέματα χρήσης πυροβόλων όπλων, όπως σχετικά αναφέρεται στο εδ. Γ παρ. 1 άρθρο 56 του σ.ν. Αυτό αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία αφού τα ζητήματα αυτά αναφέρονται εξαντλητικά στο νομοθέτημα 3069/2002 περί χρήσεως όπλων και για το οποίο ο Συνήγορος του Πολίτη δεν μπορεί να έχει καμία σχέση, παρά μόνο οι δικαστικές αρχές.
Δίνεται, επίσης, η δυνατότητα στο Συνήγορο του Πολίτη να μην ανακοινώνει κατά το στάδιο της διερεύνησης καταγγελιών το όνομα και τα άλλα στοιχεία του καταγγέλλοντος αποστερώντας έτσι ένα συνταγματικό δικαίωμα του καταγγελλόμενου ώστε να δύναται κι αυτός να προστατεύσει τον εαυτό του βάσει των ισχυουσών δικονομικών διατάξεων.
Σε περίπτωση οίκοθεν καταγγελίας ή περιστατικού από το Συνήγορο του Πολίτη, τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα αναστέλλουν την έκδοση της απόφασής τους έως την έκδοση απόφασης από το Συνήγορο του Πολίτη ενώ είναι γνωστό ότι σύμφωνα με το Πειθαρχικό μας Δίκαιο, τα Πειθαρχικά Συμβούλια δεν υποχρεούνται να αναστείλουν την εκδίκαση μιας υπόθεσης ακόμα και όταν εκκρεμεί ποινική δίκη.
Είναι πρωτόγνωρη στα δικονομικά δεδομένα, η διάταξη (παρ. 6, άρθρο 56) που αναφέρεται στην αναστολή της παραγραφής του αδικήματος, όπως προβλέπεται από τις ισχύουσες πειθαρχικές διατάξεις καθώς δεν θα υπολογίζεται το χρονικό διάστημα από την ημέρα που θα αποφασιστεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο η επανεξέταση μιας υπόθεσης έως την τελική έκδοση απόφασης του αρμοδίου κατά περίπτωση πειθαρχικού οργάνου. Δηλαδή αν κατανοούμε σωστά, τα όποια πειθαρχικά αδικήματα των Ελλήνων αστυνομικών δεν θα παραγράφονται ποτέ ενώ και τα χειρότερα κακουργήματα παραγράφονται στα 20 έτη.
Το διατακτικό του πορίσματος του Συνηγόρου του Πολίτη, είναι δεσμευτικό για το πειθαρχικό όργανο και ενδεχόμενη απόκλιση από αυτό επιτρέπεται μόνο με ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Άραγε πώς μπορεί ένα πόρισμα εναντίον του οποίου δεν έχεις τη δυνατότητα να προσφύγεις σε ανώτερο όργανο να είναι δεσμευτικό για τα πειθαρχικά μας συμβούλια;
Η παρ. 3 του άρθρου 56 που αφορά τον χρόνο μέσα στον οποίο πρέπει ο Συνήγορος του Πολίτη να έχει συντάξει το σχετικό πόρισμα, που ενώ αρχικά είναι το 3μηνο, στη συνέχεια με αιτιολογημένη πράξη του Συνηγόρου του Πολίτη, δύναται να παραταθεί χωρίς να προβλέπονται συγκεκριμένα χρονικά όρια. Δηλαδή, ο καταγγελλόμενος θα παραμένει επ΄ αόριστον όμηρος των όποιων κακόβουλων καταγγελιών και στην προκειμένη περίπτωση ποιος θα ελέγχει τον ελέγχοντα;
Στην παρ. 5 του ίδιου άρθρου, διατυπώνεται η καχυποψία «ελλείψεων της πειθαρχικής διαδικασίας», δηλαδή ο νομοθέτης λόγω καταδικαστικών αποφάσεων από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, υιοθετεί εκ των προτέρων την ορθότητά τους και αμφισβητεί την Ελληνική Δικαιοσύνη και την υφιστάμενη πειθαρχική διαδικασία.
Υπενθυμίζουμε απλά ότι τα τελευταία χρόνια έχουν διερευνηθεί πάνω από 300 υποθέσεις για σχετικές καταγγελίες σε βάρος αστυνομικών και έχουν επιβληθεί ήδη πειθαρχικές ποινές ή έχουν σχηματιστεί δικογραφίες κάτι που καταδεικνύει διαφάνεια δράσης και την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων ως πρωταρχικής σημασίας για την εύρυθμη λειτουργία της Ελληνικής Αστυνομίας.
Τέλος, προκαλεί έκπληξη και η υποχρέωση χορήγησης και ιατρικών εγγράφων χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το ιατρικό απόρρητο σύμφωνα με την παρ. 7 του άρθρου 56.
Άραγε, στο όνομα ποιων σκοπιμοτήτων παραβιάζονται προσωπικά δεδομένα, ακόμα και αυτά του ιατρικού απορρήτου.
Οι Ομοσπονδίες μας με τις επισημάνσεις αυτές δεν επιχειρούν να αποτρέψουν την ουσιαστική διερεύνηση των όποιων καταγγελιών γιατί για μας κάθε έλεγχος όταν τηρεί τα εχέγγυα της διαφάνειας, του σεβασμού, της αξιοπρέπειας και το τεκμήριο της αθωότητας του ελεγχομένου με σαφή ιεραρχικά δομημένες και αποτελεσματικές διαδικασίες, είναι αυτονόητος. Στόχος μας είναι η θωράκιση των Πειθαρχικών Συμβουλίων της Ελληνικής Αστυνομίας και της πειθαρχικής διαδικασίας και όχι το «καπέλωμά» της και την επιβολή αποφάσεων ελέω ανεξάρτητων αρχών. Το υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο καλύπτει όλες τις διαδικασίες που αναφέρονται στο υπό ψήφιση νομοθέτημα και μάλιστα με όργανα όπως είναι η Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων με αδιαμφισβήτητη απόδοση και αποδοχή από το σύνολο της κοινωνίας.
Σε κάθε περίπτωση, οι Ομοσπονδίες θα παρακολουθήσουν τη νομοθετική διαδικασία και εφόσον η Κυβέρνηση και ο αρμόδιος υπουργός δεν προβούν στις προαναφερόμενες βελτιώσεις σύμφωνα με τις προτάσεις μας, αλλά ψηφιστεί ως έχει, θα τον προσβάλλουμε τόσο στα ελληνικά όσο και στα ευρωπαϊκά αρμόδια δικαστήρια για τις αντισυνταγματικές και όχι μόνο του διατάξεις.