mpozikis
Προέδρος της Ένωσης Αστυνομικών Κέρκυρας
ΜΠΟΖΙΚΗΣ Νίκος

Νομιμότητα - ανομία
προστασία του πολίτη και του περιβάλλοντος
η ανάγκη μιας νέας σχέσης κοινωνίας – αστυνομίας

Κάθε οργανωμένη κοινωνία για να λειτουργήσει απρόσκοπτα χρειάζεται ένα πλέγμα νόμων και κανόνων οι οποίοι θα γίνονται σεβαστοί από τους πολίτες, αλλά και από την ίδια την πολιτεία και τους μηχανισμούς και τις Υπηρεσίες της. Όταν συμβαίνει αυτό λέμε ότι στην κοινωνία αυτή υπάρχει «Έννομη Τάξη».

Όμως η «Έννομη Τάξη» δεν αποτελεί χαρακτηριστικό της ανθρώπινης ύπαρξης, αλλά κεκτημένο του πολιτισμού μας. Ένα κεκτημένο που θα μπορούσε κάθε στιγμή να τεθεί υπό αμφισβήτηση, εάν υπάρξουν εμφανείς δυσλειτουργίες του «Κράτους Δικαίου» ή, πολύ περισσότερο, εάν η δίκαιη κοινωνική οργάνωση δεν συνεχίσει να εξελίσσεται προς όφελος του συνόλου των ανθρώπων.

Με τον όρο «Κράτος Δικαίου», εννοούμε την κρατική οργάνωση με βάση το δίκαιο, δηλαδή το σεβασμό του νόμου και όχι την αυθαιρεσία της εξουσίας. Το κράτος δικαίου προϋποθέτει μια νομική ρύθμιση των κοινωνικών σχέσεων με βάση τις αξίες: Της ελευθερίας - της δημοκρατίας – της ισότητας – της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

 

Η διασφάλιση της έννομης τάξης είναι υποχρέωση όλων μας, όχι μόνο του απρόσωπου κράτους και της εκάστοτε Εξουσίας, αφού αποτελεί το θεμέλιο λίθο της προόδου και της αποτελεσματικής λειτουργία της κοινωνίας.

Συνεπώς, ο πολίτης πρέπει να υποτάσσεται στους νόμους ως αντιπαροχή προς τις παροχές που συμφωνείται να του προσφέρει η αντισυμβαλλόμενη κρατική εξουσία. Σε αυτό το πλαίσιο, οι νόμοι ανταποδίδουν προς τους πολίτες που τους σέβονται μια σειρά αγαθών τα οποία δικαιολογούν τον σεβασμό προς τους νόμους. Συγκεκριμένα, τα αγαθά που προσφέρουν οι νόμοι προς τους πολίτες συνίστανται στις ακόλουθες δεσμεύσεις της κρατικής εξουσίας και στα ακόλουθα δικαιώματα των πολιτών τόσο έναντι της κρατικής εξουσίας όσο και έναντι των συμπολιτών τους:

1) Το δικαίωμα κάποιου να εκφράζει και να διαδίδει τις σκέψεις του, καθώς και να δρα στο πλαίσιο των δημοκρατικών διαδικασιών άσκησης της εξουσίας, με σκοπό να συμβάλλει στην αλλαγή και βελτίωση της έννομης τάξης.

2) Το δικαίωμα να μπορεί κάποιος να απολαμβάνει τα αγαθά του πολίτη ελεύθερης πολιτείας, και ιδίως να έχει ελεύθερη πρόσβαση στη μόρφωση και στην καλλιέργειά του, και ακόμη να μπορεί να απολαμβάνει τα αγαθά του παιδιού μέσα σε προστατευόμενη από τους νόμους οικογένεια.

3) Το δικαίωμα της ελεύθερης μετακίνησης εγκατάστασης και μετεγκατάστασης εντός και εκτός της χώρας.

4) Το δικαίωμα ειρηνικής απόλαυσης της προσωπικής περιουσίας εντός και εκτός της χώρας.

5) Το δικαίωμα ήπιας και αξιοπρεπούς μεταχείρισης από τα όργανα της κρατικής εξουσίας.

Η αυτοδέσμευση της έννομης τάξης να σέβεται και να προστατεύει τα δικαιώματα του πολίτη, να αποτελεί σε τελευταία ανάλυση ικανό και χρήσιμο υπηρέτη του ανθρωπίνου προσώπου, είναι ο αναγκαίος όρος για να ισχύει η υποχρέωση του πολίτη να υποτάσσεται στους νόμους.

Εάν όμως δεν ισχύει αυτό και το κράτος δικαίου είναι ένας «κενός λόγος», ο πολίτης καταπιεζόμενος από τους κρατικούς μηχανισμούς και το ίδιο το κράτος, αντιδρά με τρεις τρόπους: - -Ο πρώτος είναι με αγωνιστικές κινητοποιήσεις, κινούμενος μέσα στα πλαίσια της νομιμότητας, μέσα από τα συνδικάτα, που είναι κατοχυρωμένος συνταγματικά θεσμός.

-Ο δεύτερος, με διαδηλώσεις που παίρνουν βίαιο χαρακτήρα και εκδηλώνονται συνήθως με φθορές ξένων περιουσιών και άσκηση βίας. Αυτοί που συμμετέχουν σ' αυτές, συνήθως περιβάλλουν τις ενέργειές τους με πολιτικό μανδύα, π.χ. πράξεις βίας ακροδεξιών, ακροαριστερών και αναρχικών οργανώσεων ή τρομοκρατικές πράξεις.

-Ο τρίτος τρόπος, είναι με ατομικές ενέργειες. Αυτές μπορεί να έχουν διπλό χαρακτήρα: Είτε τα άτομα προσπαθούν να απαντήσουν στις «ανάγκες τους» με πράξεις που εμπίπτουν στα όρια του ποινικού νόμου (κλοπές, ληστείες κ.λπ.), είτε τα πιο ισχυρά κοινωνικά άτομα αξιοποιώντας την έλλειψη κράτους δικαίου και την προσωποληπτική στάση των Υπηρεσιών και τη διάβρωσή τους, προβαίνουν σε παραβατικές ενέργειες καλυπτόμενοι πίσω από τις γνωριμίες τους, τις δωροδοκίες και την προστασία «υψηλών προσώπων» της δημόσιας διοίκησης.

Οι δύο τελευταίοι τρόποι αντίδρασης εντάσσονται στα όρια της ανομίας, η οποία ως έννοια προσδιορίζεται ως έλλειψη νόμων ή μη τήρηση των νόμων.

Από τα ανωτέρω γίνεται φανερό ότι για να είναι δυνατή η προστασία του πολίτη, ο οποίος δεν είναι απλά ο κάτοικος μιας χώρας ή ο υπήκοος, αλλά μία οντότητα με ένα πλέγμα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων κατοχυρωμένων από το Σύνταγμα της χώρας, είναι αναγκαία η ύπαρξη κράτους δικαίου.

Φαίνεται, λοιπόν, ότι δεν είναι δυνατό να απαιτήσει κανένας από τον πολίτη να ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του απέναντι στο νόμο, όταν δεν γίνονται σεβαστά τα δικαιώματά του. Το πρόβλημα επομένως της προστασίας του πολίτη είναι σύνθετο, έχει να κάνει δηλαδή από τη μία με το κράτος και τους μηχανισμούς του και από την άλλη με τις συμπεριφορές προς τον καθένα χωριστά, του κάθε συμπολίτη ή συνανθρώπου.

Άρα η λειτουργία του κράτους πρέπει να είναι συμπαγής, να υπάρχει ισονομία απέναντι σε όλους και οι θεσμοί να μην είναι διάτρητοι. Έτσι ο πολίτης θα γνωρίζει τα όρια των δικαιωμάτων του, πράγμα για το οποίο χρειάζεται προφανώς παιδεία και θα είναι βέβαιος ότι θα βρίσκει το δίκιο του και θα προστατεύεται από το κράτος και τους φορείς του, και θα νιώθει ότι είναι ισότιμος με τους συμπολίτες του και όχι πολίτης δεύτερης κατηγορίας.

Όταν τώρα μιλάμε για προστασία του περιβάλλοντος, εννοούμε την προστασία της ατμόσφαιρας, του εδάφους και των θαλασσών από τη ρύπανση, εννοούμε την προστασία της χλωρίδας και της πανίδας, καθώς και την προστασία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς (αρχαιολογικών και ιστορικών χώρων, έργων τέχνης, παραδοσιακών οικισμών).

Επομένως, το πρόβλημα της προστασίας του περιβάλλοντος είναι ακόμα πιο σύνθετο, γιατί θα πρέπει από τη μια το κράτος μέσω των μηχανισμών του, να μεριμνά το ίδιο για την προστασία του και από την άλλη η ευαισθητοποίηση και καλλιέργεια των πολιτών πρέπει να είναι μεγαλύτερη, γιατί μπορεί εύκολα κανείς να κατανοεί ότι η κλοπή, η ληστεία ή αφαίρεση της ανθρώπινης ζωής είναι σημαντικά εγκλήματα γιατί τα αποτελέσματά τους είναι άμεσα, είναι δυσκολότερο όμως να κατανοήσει ότι η μόλυνση του περιβάλλοντος ή η καταστροφή της φύσης ή της πολιτιστικής κληρονομιάς είναι εξίσου μεγάλα εγκλήματα, επειδή συνήθως έχουν μακροπρόθεσμα αποτελέσματα.

Για να υλοποιηθούν όλοι αυτοί οι στόχοι, απαιτείται πολίτες συνειδητοί να διαβιούν σε μία δικαιοκρατούμενη κοινωνία, οπότε θα χρειαζόταν κάποια τυπική βοήθεια από τους μηχανισμούς ελέγχου για να είναι η ζωή μας εύρυθμη και αρμονική.

Με άλλα λόγια, για να είναι τα πράγματα έτσι, χρειάζεται πολιτική βούληση, αλλιώς και τους αποδοτικότερους ελεγκτικούς μηχανισμούς να βρούμε δεν θα μπορέσουμε να λύσουμε τα προβλήματα της κοινωνίας, απλά θα έχουμε ενισχυμένη την κρατική βία.

Τώρα, όσον αφορά τη φύση της αστυνόμευσης και το ρόλο της αστυνομίας στην κοινωνία, έχουν διαμορφωθεί τρεις προσεγγίσεις: η φιλελεύθερη, η συντηρητική και η ριζοσπαστική.

Η φιλελεύθερη, η οποία θεωρεί την αστυνομία κατά βάση ουδέτερο σώμα, σκοπός του οποίου είναι η διατήρηση της εσωτερικής τάξης μέσω της προστασίας των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Από τη σκοπιά αυτή, οι αστυνομικές δυνάμεις λειτουργούν στη βάση μιας ευρύτερης συναίνεσης και απολαμβάνουν υψηλό βαθμό νομιμοποίησης που βασίζεται στην αντίληψη ότι η αστυνομία προάγει την κοινωνική σταθερότητα και την προσωπική ασφάλεια. Η αστυνομία ασχολείται ουσιαστικά με το να προστατεύει τον έναν πολίτη από τον άλλο. Καθόσον ασχολείται αποκλειστικά με την υποστήριξη του κράτους δικαίου, η αστυνόμευση δεν έχει ευρύτερη πολιτική λειτουργία.

Η συντηρητική, η οποία τονίζει τον ρόλο της αστυνομίας ως τοποτηρητή της αυθεντίας του κράτους και ως εγγυητή της δικαιοδοσίας του σε όλη την επικράτεια. Η άποψη αυτή, η οποία έχει τις ρίζες της σε μια πιο απαισιόδοξη άποψη για την ανθρώπινη φύση, δίνει έμφαση στη σημασία της αστυνομίας ως υπηρεσίας επιβολής, ικανής να ελέγχει τις κοινωνικές ταραχές και την πολιτική αταξία. Υπό αυτό το πρίσμα, οι αστυνομικές δυνάμεις θεωρούνται αναπόφευκτα μηχανισμοί πολιτικού ελέγχου.

Η ριζοσπαστική, η οποία αναπτύσσει μια πιο κριτική άποψη για την αστυνομική εξουσία. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, οι αστυνομικές δυνάμεις είναι εργαλεία καταπίεσης που εξυπηρετούν τα συμφέροντα του κράτους, όχι του λαού, και υπηρετούν τις ελίτ και όχι τις μάζες. Στη μαρξιστική εκδοχή αυτής της θεωρίας, η αστυνομία θεωρείται πρόμαχος της ιδιοκτησίας και στήριγμα των καπιταλιστικών ταξικών συμφερόντων.

Ο ρόλος της αστυνομίας διαμορφώνεται επίσης από τη φύση του πολιτικού συστήματος στο οποίο εντάσσεται και τους τρόπους με τους οποίους η κυβέρνηση χρησιμοποιεί τις αστυνομικές δυνάμεις. Άρα το τι αστυνομία θέλουμε εξαρτάται από δύο πράγματα, από το τι κράτος έχουμε και το τι κράτος θέλουμε να κάνουμε.

Σύμφωνα με τα παραπάνω, αυτό που ταιριάζει σε ένα κράτος δικαίου, που όλοι μας είναι φυσικό να επιθυμούμε να έχουμε, είναι η φιλελεύθερη οπτική, με κάποιες διευκρινήσεις. Τα στελέχη της αστυνομίας θα πρέπει να έχουν υψηλή κατάρτιση, εξειδίκευση, δημοκρατικό φρόνιμα και αντιρατσιστική σκέψη, γιατί σε κάθε άλλη περίπτωση, γίνονται μέρος του προβλήματος που καλούνται να επιλύσουν και αντί αυτό να λύνεται να μεγεθύνεται. Βεβαίως, ακόμα και στις «αγγελικές κοινωνίες», που ούτως ή άλλως δεν υπάρχουν (η δική μας έτσι κι αλλιώς δεν είναι αγγελική), υπάρχει ένας βαθμός παραβατικότητας και χρειάζεται ο αστυνομικός, κυρίως αυτός «που βρίσκεται στο δρόμο» και αντιμετωπίζει το έγκλημα, να είναι σωστά θωρακισμένος, αλλά προ πάντων καλά εκπαιδευμένος.

Παράλληλα, μέσα στα πλαίσια της εκπαίδευσής των αστυνομικών πρέπει να υπάρχουν ειδικότητες που να διαχειρίζονται τα κοινωνικά προβλήματα (αυτά που δεν έχουν να κάνουν υποχρεωτικά με αξιόποινες πράξεις), εκτός από τις νομικές γνώσεις να έχουν και γνώσεις κοινωνιολογίας, ψυχολογίας και εγκληματολογίας και οι αποδοχές τους να είναι ανάλογες με το βαθμό της επικινδυνότητας της δουλειάς τους και το επίπεδο κατάρτισής τους.

Άρα γίνεται ολοφάνερο ότι ένας καλά εκπαιδευμένος, καλά καταρτισμένος και με υψηλό βαθμό δημοκρατικής συνείδησης αστυνομικός, αλλά και επαρκώς θωρακισμένος και καλά αμειβόμενος θα είναι η λύση για το πρόβλημα της παραβατικότητας. Βεβαίως, οι δυνατότητες της αστυνομίας κινούνται εντός ορισμένων ορίων και για να είναι δυνατή η προστασία του πολίτη και του περιβάλλοντος είναι αναγκαία η ύπαρξη κράτους δικαίου, που συνεπάγεται αυτόματα την επικράτηση της έννομης τάξης.